- τετρανυκτία
- τετρα-νυκτία, ἡ, eine Zeit von vier Nächten
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
Wörterbuch altgriechisch-deutsch . 2010.
τετρανυκτία — ἡ, Α χρονικό διάστημα τεσσάρων νυκτών. [ΕΤΥΜΟΛ. < τετρ(α) * + νυκτία < νύξ, νυκτός)] … Dictionary of Greek
τετρ(α)- — ΝΜΑ, και βοιωτ. τ. πετρα και θεσσαλ. τ. πετρο , Α α συνθετικό πολλών λέξεων όλων τών περιόδων τής Ελληνικής, το οποίο ανάγεται στο αριθμητικό τέσσερεις (για τη μορφή βλ. λ. τέσσερεις) και σημαίνει ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι,… … Dictionary of Greek